Ο Ζόλταν Κόνταϊ (Zoltán Kodály, ουγγρικά: Kodály Zoltán,ˈkodaːj ˈzoltaːn, Κέτσκεμετ 16 Δεκεμβρίου 1882 – Βουδαπέστη 6 Μαρτίου 1967) ήταν Ούγγρος συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας, εθνομουσικολόγος,
μουσικοπαιδαγωγός, γλωσσολόγος και φιλόσοφος, από τους σημαντικότερους γνώστες της παραδοσιακής ουγγρικής μουσικής. [13] Θεωρείται, μετά τον Μπέλα Μπάρτοκ, ως ο σημαντικότερος συνθέτης της πατρίδας του και είναι παγκοσμίως γνωστός για την επινόηση της φερώνυμης παιδαγωγικής μεθόδου (Kodály-módszer).
Ο Μπέλα Μπάρτοκ (Béla Viktor János Bartók, 25 Μαρτίου 1881 – 26 Σεπτεμβρίου 1945) ήταν Ούγγρος συνθέτης και πιανίστας.[22] Θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες του 20ού αιώνα και, μαζί με τον Φραντς Λιστ, ο μεγαλύτερος Ούγγρος συνθέτης. Η συλλογή και αναλυτική μελέτη της λαϊκής μουσικής τον κατατάσσουν στους ιδρυτές της εθνομουσικολογίας.
O Καρλ Ορφ (Carl Orff, 10 Ιουλίου 1895 - 29 Μαρτίου 1982) ήταν Γερμανός συνθέτης και μουσικοπαιδαγωγός του 20ού αιώνα. Από τα πλέον γνωστά έργα του είναι η καντάτα Carmina Burana, γραμένη το 1937 για σολίστες, χορωδίες και μεγάλη ορχήστρα. Γεννήθηκε στο Μόναχο από οικογένεια στρατιωτικών και έδειξε τη μουσική του κλίση από νωρίς. Αρχικά σπούδασε όργανο και τσέλο, μα στράφηκε γρήγορα στη σύνθεση· τα πρώτα του έργα, μάλιστα, εκδόθηκαν όταν ήταν 16 μόλις ετών, ενώ δυο χρόνια αργότερα γράφει την πρώτη του όπερα, Gisei, das Opfer. Κατά τη διάρκεια του Α΄Παγκοσμίου Πολέμου συνεχίζει τις σπουδές του στην Ακαδημία Μουσικής του Μονάχου, ενώ τη δεκαετία του 1920 αρχίζει να επεξεργάζεται την ιδέα της "elementare Musik". Η "στοιχειώδης μουσική" είναι μια σύλληψη που εκφράζεται από τη συνένωση των τεχνών, περιλαμβάνοντας τη μουσική, τον χορό, την ποίηση, το θέατρο και τις εικαστικές τέχνες. Κάτι ανάλογο αποτέλεσε και η Gesamtkunstwerk του ρομαντικού συνθέτη Ρίχαρντ Βάγκνερ, που βρήκε την πραγμάτωσή της στις όπερές του. Ο πρώτος του γάμος με την Alice Solscher γίνεται το 1920, ωστόσο πέντε χρόνια αργότερα παίρνουν διαζύγιο. Το 1924 ιδρύει μαζί με την Dorothee Günther τη Σχολή Γκύντερ (Günther Schule)· από τη θέση του διευθυντή (την οποία διατηρεί μέχρι το τέλος της ζωής του) διδάσκει έναν συνδυασμό μουσικής, χορού και γυμναστικής. Μέσα σ' αυτό το πλαίσιο αναπτύσσει τη θεωρία του για την μουσική παιδεία και ιδιαιτέρως το προσχολικό της μέρος. Στα 1930 εκδίδει μια μέθοδο που ονομάζει Schulwerk ("σχολικό έργο"), εκθέτοντας τις απόψεις του επί του θέματος. Παράλληλα με τη διδασκαλία, ο Ορφ μελετά την προκλασική μουσική και επιμελείται την έκδοση αρκετών έργων. Χάρη σ' αυτόν αναβιώνει η μουσική του Κλάουντιο Μοντεβέρντι, που αν και δεν σημειώνει επιτυχία εντούτοις προσφέρει μια τεράστια πηγή έμπνευσης. Μεσούσης της ναζιστικής περιόδου ο Ορφ ανεβάζει στην Φρανκφούρτη το 1937 τη σκηνική καντάτα Κάρμινα Μπουράνα. Το έργο, που αποτελεί μελοποίηση μεσαιωνικών ποιημάτων στα μεσαιωνικά γερμανικά και τα λατινικά (βλ. Κάρμινα Μπουράνα), σημειώνει τεράστια επιτυχία. Η ηγεσία του ναζιστικού κόμματος καπηλεύεται την περίσταση (αν και όχι χωρίς αντιρρήσεις) και ο Ορφ βρίσκεται - χρόνια αργότερα - κατηγορούμενος για φιλοναζιστική στάση. Ο Ορφ αρνείται τις κατηγορίες και εν τέλει αθωώνεται με το δικαιολογητικό ότι κανείς την εποχή εκείνη δεν μπορούσε να δράσει ανεξάρτητα και ότι απλώς εκμεταλλεύτηκε την επιτυχία του έργου του υπό τη σκιά του εθνικισμού. Ο δεύτερός του γάμος, με την Alice Willert λαμβάνει χώρα το 1939· και πάλι παίρνει διαζύγιο, για να ξαναπαντρευτεί τη Luise Rinser το 1954. Ούτε αυτός ο γάμος κρατάει πολύ και το 1960 κάνει τον τέταρτο και τελευταίο γάμο του με την Liselotte Schmitz. Από τον πρώτο του γάμο έχει μια κόρη, την Γκοντέλα (γενν. 1921), την οποία όμως αργότερα απορρίπτει. Ο Ορφ πεθαίνει στο Μόναχο σε ηλικία 86 ετών. Στη ζωή του έχει βιώσει την αυτοκρατορική εποχή, την περίοδο του εθνικισμού, τη μετάβαση στη δημοκρατία καθώς και την απαρχή της ευρωπαϊκής ένωσης. Στον τάφο του, στη Μονή του Andechs, νότια του Μονάχου, αναγράφεται η λατινική φράση "Summus Finis" — "το υπέρτατο τέλος". Το πιο γνωστό έργο του - η σκηνική καντάτα Κάρμινα Μπουράνα - είναι μέρος μια τριλογίας, που περιλαμβάνει τις καντάτες "Catulli Carmina" και "Trionfo di Afrodite" ("Ο θρίαμβος της Αφροδίτης"). Και τα τρία συνοψίζουν το θρίαμβο του ανθρώπινου πνεύματος και μέρη τους έχουν χρησιμοποιηθεί κατά κόρον σε κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές, μουσικές παραστάσεις (βλ. Μάικλ Τζάκσον), αλλά και σε πολιτικές συγκεντρώσεις (βλ. ύμνος του ΠΑΣΟΚ). Η μουσική του χαρακτηρίζεται από απλές μελωδίες σε αντίθεση με πολύπλοκα ρυθμικά σχήματα και το έντονο στοιχείο της επανάληψης. Η χρήση πολλών κρουστών οργάνων είναι σχεδόν παροιμιώδης, ενώ η αρμονική του γλώσσα είναι μάλλον απλοϊκή και κάπως επηρεασμένη από τη μουσική της αναγέννησης. Όσον αφορά στο παιδαγωγικό του έργο, η Μέθοδος Ορφ έχει πλέον γίνει η πρότυπη μεθοδολογική προσέγγιση του αντικειμένου, τόσο σε ωδεία και μουσικές σχολές, όσο και σε ιδιωτικά εκπαιδευτήρια γενικής παιδείας. Η προαναφερθείσα μέθοδος ανάγεται στο έργο Schulwerk του 1930, η οποία αποτελεί μια συλλογή μικρών κομματιών, που σκοπό έχουν να δείξουν στο μαθητή τα επιμέρους τεχνικά χαρακτηριστικά της μουσικής, έννοιες όπως χροιά, ρυθμός, επανάληψη κλπ. Η μέθοδος προτείνει την ευρεία χρήση διαφόρων κρουστών οργάνων, αλλά και το συνδυασμό της μουσικής με τον χορό, την κίνηση, το παιχνίδι και τον αυτοσχεδιασμό. Στην πράξη, ο δάσκαλος είναι ελεύθερος να προσαρμόσει τη μέθοδο στις δυνατότητες των παιδιών, τη διαθεσιμότητα σε μουσικά όργανα και στα πολιτισμικά χαρακτηριστικά των μαθητών.